Προς την:
Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε./ Γραφείο Διοικητή
Με τη σύμβαση συγχώνευσης 147611/1932 της 19ης Δεκεμβρίου 1932, των συμβολαιογράφων Ι. Οικονομόπουλου, Κ. Ρούσσου, συγχωνεύτηκε δια εξαγοράς η Τράπεζα της Ανατολής ΑΕ από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ (ΑρΜαΕ 06062/006/Β86/001). Η σύμβαση συγχώνευσης εγκρίθηκε με την υπ. Αριθμ. 72186/1932 Υπουργική Απόφαση, η οποία δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ Ανωνύμων Εταιρειών της 31-12-1932 με Αριθμό Φύλλου 301. Κατά την παραπάνω σύμβαση συγχώνευσης (κεφάλαιο VI) αποφασίστηκε η διενέργεια ειδικής εκκαθάρισης, με μοναδικό σκοπό τον προσδιορισμό του τιμήματος εξαγοράς της απορροφούμενης Τράπεζας της Ανατολής ΑΕ, ώστε να αποδοθεί το αντίτιμο των μετοχών στους μετόχους.
Εκ της συγκεκριμένης σύμβασης, οι μέτοχοι της Τράπεζας της Ανατολής αποξενώθηκαν από την ιδιότητα τους και αποκλείστηκαν από τη συνέχεια των επιχειρήσεων. Το ενεργητικό και το παθητικό της απορροφηθείσας Τράπεζας της Ανατολής προστέθηκε στα ανάλογα λογιστικά δεδομένα της απορροφώσας Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος.
Ο Νόμος 2190/1920 στη μορφή που ίσχυε τότε (άρθρο 49), όριζε την υποχρέωση δημοσίευσης του Ισολογισμού Εκκαθάρισης της Τράπεζας Ανατολής ΑΕ από τους Εκκαθαριστές στο Δελτίο Ανωνύμων Εταιρειών της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως.
Η Εθνική Τράπεζα προσπαθεί να εξηγήσει τα δικά της σφάλματα και τις ελλείψεις της κατά την εφαρμογή της σχετικής σύμβασης, χρησιμοποιώντας τον ειδικό νόμο 5261/1931, για τις συγχωνεύσεις των Ανωνύμων Εταιρειών. Αναφορικά με το ρόλο του ν. 5261/1931, όπως πολύ εύστοχα επισημαίνει η Εθνική Τράπεζα στις διάφορες επιστολές της, για την εφαρμογή του “Προς τούτο αρκούσι αι σύμφωναι αποφάσεις των γενικών συνελεύσεων των ενδιαφερομένων εταιριών λαμβανόμενα κατά τας διατάξεις των άρθρων 29 παρ. 3 και 31 παρ. 2 Ν. 2190/1920”. Είναι απίστευτο να υποστηρίζει η Εθνική Τράπεζα ότι η αποδοχή της συγχώνευσης από τη Γενική Συνέλευση της Τράπεζας Ανατολής ισοδυναμεί με την πλειοψηφία που ορίζει ο ν. 5261/1931 για την εφαρμογή του. Οι μόνες αναφορές για το νόμο αυτό στη σύμβαση συγχώνευσης γίνονται για τα άρθρα 2 και 3 (φορολογικές και άλλες ατέλειες) και όχι φυσικά για το άρθρο 1, το οποίο απαιτεί την υπερψήφιση της αποδοχής του. Μάλιστα ακόμη και για τις φορολογικές ατέλειες, υπάρχει τροποποίηση του ν. 5261/1931 ελάχιστες ημέρες μετά τη δημοσίευση του. Για να γίνει κατά συνέπεια πιο ξεκάθαρο, η Γενική Συνέλευση της Τράπεζας της Ανατολής, της οποίας τα πρακτικά δημοσιεύονται στο ΦΕΚ 301/21.12.1932, δεν αναφέρεται στην εφαρμογή του άρθρου 1 του ν. 5261/1931 ενώ δεν υπάρχει μνεία ή απόφαση εφαρμογής του. Οι Γενικές Συνελεύσεις αποφασίζουν τη συγχώνευση με την ελάχιστη πλειοψηφία και απαρτία που όριζε ο νόμος, και δεν ερωτώνται καν για την αποδοχή εφαρμογής του άρθρου 1 του ν 5261/1931, όπως ορίζει ο ίδιος ο νόμος και που απαιτεί ιδιαίτερα αυξημένη απαρτία.
Μάλιστα, η επόμενη κωδικοποίηση του νόμου 2190/1920, περιέχει το άρθρο 68, το οποίο είναι η προσθήκη του ν. 5261/1931 που φυσικά δεν εξαφάνισε από την κωδικοποίηση τα άρθρα περί εκκαθάρισης και διάλυσης. Καλό θα ήταν, πριν η Εθνική Τράπεζα προβεί σε τέτοιες ερμηνείες, να μελετήσει και την αιτιολογική έκθεση του ν. 5261/1931 όπως κατατέθηκε στη Βουλή των Ελλήνων.
Το άρθρο 2 του ν. 5261/1931 αναφέρει ότι «Αι κατά το προηγούμενον άρθρον αποφάσεις των γενικών συνελεύσεων περί συγχωνεύσεως, εγκρινόμεναι υπό του Υπουργού της Εθνικής Οικονομίας…». Είναι σαφές ότι απαιτείται έγκριση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1, 2 και 3 του ν. 5261/1931. Η από 5-11-1932 έγκριση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας ενσωματώνεται στην πρώτη σελίδα του Φ.Ε.Κ. (Δελτίο Ανωνύμων Εταιριών) με αριθμό 301 της 31-12-1931. Όμως στη συγκεκριμένη Υπουργική απόφαση – έγκριση αναγράφεται ότι «Έχοντες υπόψη 1) τα υποβληθέντα ημίν εν αντιγράφω πρακτικά της τακτικής γενικής συνελεύσεως των μετόχων της εν Αθήναις εδρευούσης Ανωνύμου Εταιρίας Τράπεζα Ανατολής ….. 2) Το άρθρον 2 του Νόμου 5261/1931 “περί συγχωνεύσεως Ανωνύμων Εταιριών“ και 3) Το διάταγμα της 24ης Σεπτεμβρίου ε.ε. “περί εκτελέσεως του άρθρου 3 του νόμου 5261/1931 περί συγχωνεύσεως ανωνύμων εταιριών“ εγκρίνομεν τα ως άνω ληφθείσας αποφάσεις περί συγχωνεύσεως ….». Ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας ενέκρινε την εφαρμογή των άρθρων 2 και 3 του ν. 5261/1931 στην επίδικη συγχώνευση. Πουθενά στην υπουργική απόφαση δεν αναφέρεται έγκριση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας για την εφαρμογή του άρθρου 1 του ν. 5261/1931.
Παράλληλα, θα θέλαμε να επιστήσουμε την προσοχή σας στο Διάταγμα “Περί Δελτίου Ανωνύμων Εταιρειών” που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 22/22.1.1930 και ειδικά στο άρθρο 4, παράγραφος 3: “Οι εκκαθαριστές Ελληνικής ανωνύμου εταιρείας υποχρεούνται όπως μεριμνώσι δια την δημοσίευσιν δια του Δελτίου Ανωνύμων Εταιρειών των συντασσομένων υπ’ αυτών ισολογισμών εκκαθαρίσεως, συμφώνως προς το άρθρον 49 του νόμου 2190 περί Ανωνύμων Εταιρειών”. Αυτή η παράλληλη προς τον 2190/1920 νομοθεσία (δεν προσθέτει άρθρο στο νόμο και δεν ενσωματώνεται σε κωδικοποίηση), σας υποχρεώνει σε δημοσίευση σε Δελτίο Ανωνύμων Εταιρειών.
Παρόμοια υποχρέωση δημοσίευσης Λογιστικής Κατάστασης της Εκκαθάρισης στο Δελτίο Ανωνύμων Εταιρειών από τους Εκκαθαριστές, που να εμφανίζει την κατάσταση των λογαριασμών της Εκκαθάρισης, ορίστηκε και από το Αναγκαστικό Νόμο 325/1936, όπως δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 498 της 10ης Νοεμβρίου 1936. Ο αναγκαστικός αυτός νόμος υποχρέωνε την υποβολή της Λογιστικής Κατάστασης από τους Εκκαθαριστές, μαζί με έκθεση πεπραγμένων προς τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας, κάτι που φυσικά δεν έγινε ποτέ.
Οι εκκαθαριστές οι οποίοι θα έπρεπε να είχαν υποβάλει τον ισολογισμό εκκαθάρισης στο Δελτίο Ανωνύμων Εταιρειών κατά το παραπάνω διάταγμα, απολύθηκαν από τον αντιπρόσωπο της Εθνικής Τράπεζας. Όπως αναφέρεται στη σελίδα 89 του τελευταίου βιβλίου πρακτικών των εκκαθαριστών της Τράπεζας Ανατολής (πρακτικό 189ης συνεδρίασης) “ο αντιπρόσωπος της Εθνικής Τραπέζης γνωρίζει εις τους ειδικούς εκκαθαριστάς ότι η αποστολή αυτών έληξε, τερματισθέντος του προσδιορισμού των τιμών ρευστοποιήσεως άπαντος του απομείνοντος Ενεργητικού της Τραπέζης της Ανατολής”. Η παραδοχή ύπαρξης ανακοίνωσης της παράτυπης απόλυσης των ειδικών εκκαθαριστών, αποτελεί παραδοχή ενοχής από μόνη της, μια και ο αντιπρόσωπος της Εθνικής Τράπεζας δεν είχε κανένα δικαίωμα απόλυσης ή αντικατάστασης εκκαθαριστών. Αντίθετα η Τράπεζα της Ελλάδος που είχε το δικαίωμα αντικατάστασης εκκαθαριστών, κατόπιν αιτήσεων προς αυτήν, μας ενημερώνει επανειλημμένα ότι δεν έχει λάβει οτιδήποτε σχετικό με την εκκαθάριση της Τράπεζας της Ανατολής, άρα ούτε τέτοιο αίτημα.
Ο ρόλος των ειδικών εκκαθαριστών της Τράπεζας Ανατολής δεν ήταν μόνο αυτός του απλού εκκαθαριστή, αλλά και του αντιπροσώπου των κομιστών των μετοχών της Τράπεζας Ανατολής και της Γενικής Συνέλευσης της Τράπεζας Ανατολής της 1ης Αυγούστου 1932. Στο άρθρο VI της σύμβασης συγχώνευσης αναφέρεται ότι οι ειδικοί εκκαθαριστές λειτουργούν ξεκάθαρα “…ως αντιπρόσωποι του συνόλου των κομιστών μετοχών της Τραπέζης της Ανατολής αφ’ ενός και αφετέρου δυνάμει της παρεχόμενης αυτοίς, δια της παρούσης εξουσιοδοτήσεως παρά του δια την Τράπεζαν της Ανατολής παρισταμένου ώδε Ιωάννου Αθ. Αθανασάκη δεόντως εντεταλμένου παρά της Γενικής Συνελεύσεως των μετόχων της Τραπέζης της Ανατολής της 1ης Αυγούστου και προς εκτέλεσιν της παρούσης συμβάσεως…”. Ακόμη και με την παραδοχή της ακύρωσης των μετοχών και της μετατροπής τους σε χρεόγραφα-αξιόγραφα, και μετά την παράτυπη απόλυση τους, οι εκκαθαριστές συνεχίζουν να εκφράζουν τα δικαιώματα των κομιστών μετοχών και της Γενικής Συνέλευσης της Τράπεζας Ανατολής της 1ης Αυγούστου 1932.
Επειδή, κατόπιν εκ μέρους μας ενδελεχούς ερευνάς μέχρι σήμερα ουδέν έγγραφο έχει βρεθεί συνταχθέν υπό των εκκαθαριστών, που να βεβαιώνει ότι έχουν ολοκληρώσει με επιτυχία το έργο που τους έχει αναθέσει η συγκεκριμένη Γενική Συνέλευση της Τράπεζας της Ανατολής, η φερόμενη ως τελική κατάσταση εκκαθαρίσεως της Τράπεζας της Ανατολής της 28-12-1936 είναι ένα εσωτερικό έγγραφο της Εθνικής Τράπεζας, χωρίς καμία νομική ισχύ, που αποδεικνύει τη μονομερή λήξη της εκκαθάρισης από την ίδια την Εθνική Τράπεζα. Σε σύγκριση με άλλους ισολογισμούς εκκαθαρίσεων εκείνης της εποχής, που κατά περίεργο τρόπο δημοσιεύτηκαν στο Δελτίο Ανωνύμων Εταιρειών ενώ ο ν 5261/1931 βρισκόταν ακόμη σε ισχύ, ο ανέκδοτος ισολογισμός που προσκομίζει η Εθνική Τράπεζα έχει μόνο μια υπογραφή, του Διοικητή της Εθνικής Τράπεζας κ. Δροσόπουλου. Είναι σαφές ότι λείπουν μερικές υπογραφές πριν ανακηρυχθεί αυτό το έγγραφο σαν “Τελική Κατάσταση Εκκαθαρίσεως της Τράπεζας Ανατολής”. Ελπίζουμε να κατανοείτε ότι κ Δροσόπουλος είχε τέτοια αρμοδιότητα να υπογράψει το συγκεκριμένο ισολογισμό και να κλείσει την εκκαθάριση το 1936, όσο έχει ο κ. Αρτέμης Σώρρας να ζητάει 3 τρις από την αμερικάνικη κυβέρνηση σε ομόλογα…
Ιδιαίτερη λύπη μας προκαλεί το γεγονός ότι μέχρι και σήμερα η Εθνική Τράπεζα δεν έχει κατορθώσει να εντοπίσει έστω και μία δημοσίευση του τελικού ισολογισμού της ειδικής εκκαθάρισης της Τράπεζας της Ανατολής σε ελληνική εφημερίδα, όπως ορίζει η σύμβαση συγχώνευσης. Η εμμονή της στην La Bourse Egyptienne του Καΐρου, το γνήσιο της οποίας ο πρώτος εξ’ ημών έχει εξετάσει σε τρεις διεθνείς βιβλιοθήκες, αποτελεί ακόμη μια παραδοχή ότι δεν έχει γίνει η απαραίτητη δημοσίευση σε ελληνική εφημερίδα, ενώ δεν έχουν δημοσιευτεί στον Ελληνικό Τύπο και αρκετές από τις εξαμηνιαίες λογιστικές καταστάσεις της εκκαθάρισης, όταν άρχισαν τα πράγματα να γίνονται μη συμφέροντα για την απορροφώσα Τράπεζα. Η Σύμβαση Συγχώνευσης 147611/1932 ορίζει, επί ποινής ακυρότητας, την επιπρόσθετη υποχρέωση δημοσίευσης όλων των Εξαμηνιαίων Καταστάσεων του Λογιστικού της Εκκαθάρισης της Τράπεζας Ανατολής Α.Ε. σε μία εφημερίδα στην Ελλάδα και μία εφημερίδα στην Αίγυπτο.
Επιπρόσθετα, με την εγκύκλιο της Εθνικής Τράπεζας και με ημερομηνία 20.12.1937 καταργήθηκαν επίσημα τα υποκαταστήματα της Αιγύπτου και παρέμεινε μόνο ένα γραφείο στην Αλεξάνδρεια για τις ανάγκες της εκκαθάρισης, μόλις ένα χρόνο μετά την υποτιθέμενη λήξη της. Σε δημοσιεύματα της εποχής στις Αιγυπτιακές εφημερίδες Φως και Ταχυδρόμος-Ομόνοια, οι κομιστές μετοχών της Τράπεζας Ανατολής, αλλά και η ελληνική παροικία στην Αίγυπτο, όχι μόνο δεν είναι ενημερωμένοι για τη λήξη της εκκαθάρισης, αλλά απευθύνουν ερωτήματα προς τις προξενικές αρχές και τους εκπροσώπους της Εθνικής Τράπεζας για το αν η αποχώρηση από την Αίγυπτο οφείλεται ίσως σε κάποια κακή πορεία της εκκαθάρισης ή σε άλλους λόγους, εκφράζοντας την έκπληξη τους μια και η Τράπεζα Ανατολής είχε δεσπόζουσα θέση και κατά τη γνώμη τους αρκετά έσοδα.
Αναφορικά με το νόμο Σβώλου, οι αντιρρήσεις της Εθνικής Τράπεζας φυσικά δεν πιστεύουμε να πείθουν ούτε τη νομική της ομάδα. Ακόμη και στο έγγραφο που η ίδια η Εθνική Τράπεζα έχει εμφανίσει στα δικαστήρια σαν “Τελική Κατάσταση Εκκαθαρίσεως της Τράπεζας Ανατολής” και στα δεξιά του εγγράφου, αναφέρονται τα ποσά της εκκαθάρισης, στα οποία αυθαίρετα κατέληξε η Εθνική Τράπεζα, αλλά και το συνάλλαγμα στα οποία τηρούνται. Η Τράπεζα είναι ευπρόσδεκτη να εκμηδενίσει τις απαιτήσεις σε δραχμές, αλλά δυστυχώς το ποσό σε δραχμές είναι ελάχιστο. Αν μελετήσετε τη σύμβαση συγχώνευσης, στο άρθρο VII (“Μέτοχοι της Τραπέζης της Ανατολής. Πληρωμή αυτών”) σε αντιπαραβολή με το άρθρο ΙΙΙ (“Τίμημα της εξαγοράς”) θα δείτε ότι το τίμημα εξαγοράς είναι το προϊόν της ειδικής εκκαθάρισης διανεμημένο εξίσου σε 280.000 μετοχές και αυξημένο κατά 50 δραχμές για το goodwill. Κοινώς, η προκαταβολή μπορεί να ήταν δραχμική, αλλά η αποπληρωμή της μετοχής ήταν κλασματική από τους λογαριασμούς της εκκαθάρισης, των οποίων η πλειονότητα ήταν σε συνάλλαγμα.
Σημαντική για την εφαρμογή του ν. Σβώλου είναι και η απαντητική επιστολή της Εθνικής Τράπεζα προς την Ιωνική Τράπεζα, την 8η Δεκεμβρίου 1948 στην οποία καλείται από την Ιωνική Τράπεζα να προσδιορίσει την αξία μετοχών της Τράπεζας της Ανατολής, χωρίς το κουπόνι 55. Η απάντηση της Εθνικής Τράπεζας καταλήγει στο ότι “αι εις χείρας του πελάτου σας μετοχαί, φέρουσαι την υπ αριθ. 56 μερισματαπόδειξιν, ουδεμίαν αξίαν έχουσιν, δοθέντος ότι κατά την αποκοπήν της μερισματαποδείξεως Νο 55, οι κομισταί των μετοχών τούτων θα έχουν πληρωθεί το ανωτέρω κατά μετοχήν συμφωνηθέν ποσόν των Δρχ. 200”. Μόλις 4 χρόνια μετά την εφαρμογή του ν. 18/1944 φυσικά η Εθνική Τράπεζα δεν τον επικαλείται και αρκείται στην έλλειψη της μερισματαπόδειξης Νο 55.και στην υποτιθέμενη λήξη της εκκαθάρισης. Τελικά, οι μετοχές αυτές δεν είχαν αξία γιατί δεν είχαν τη μερισματαπόδειξη Νο 55 ή γιατί ίσχυσε ο νόμος Σβώλου;
Μάλιστα, σύμφωνα με τον αναγκαστικό νόμο 505/1945 «περί καταρτίσεως των ισολογισμών των ανωνύμων εταιριών χρήσεως 1944-1945» δημοσιευθέντα στο Φ.Ε.Κ. με αριθμό 206/9-8-1945 : «Το πάγιον ενεργητικόν …. τα μεν κτηθέντα μέχρι τέλους της προ της
1-7-1941 ληξάσης εταιρικής χρήσεως, αναγράφονται με την εις δραχμάς αξίαν αυτών με την οποία ενεφανίζοντο εν των ισολογισμών της εν λόγω χρήσεως …. (άρθρο 2 παρ. 1)», «Έξοδα ιδρύσεως και οργανώσεως αναγράφονται εν τω ισολογισμώ εις δραχμάς με την αξίαν των με την οποίαν εφέροντο εις τον ισολογισμόν της ληξάσης προς της 1-7-1941 χρήσεως ….. (άρθρο 2 παρ. 3)», «Αι μη εισηγμέναι εις το Χρηματιστήριον μετοχαί αναγράφονται κατά την κρίσιν του διοικητικού συμβουλίου της ανωνύμου εταιρίας εις τιμήν καθοριζομένην επί τη βάσει των δεδομένων της οικονομικής πραγματικότητος, της κρίσεως ταύτης υποκειμένης εις τον έλεγχον του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας. Εάν η τιμή αυτή ήθελε είναι μεγαλυτέρα της τιμής κτήσεως θα αναγραφή η τελευταία (άρθρο 4 παρ. 1 εδ. 3» και «το μετοχικόν κεφάλαιον (καθ’ ο ποσόν είναι καταβεβλημένον) και τα αποθεματικά, τα εμφαινόμενα εις τον ισολογισμόν τον συνταχθέντα το βραδύτερον την 30 Ιουνίου 1941 θα αναγραφούν με το αυτό ποσόν…(άρθρο 5 παρ. 2)». Ο παραπάνω νόμος ουσιαστικά εξαιρεί το μετοχικό κεφάλαιο, τα πάγια των εταιριών και τα αποθεματικά τους, από το «μηδενισμό» του νόμου Σβώλου. Ο νόμος αναφέρει ότι τα αποθεματικά και το εταιρικό κεφάλαιο παραμένουν μετά το νόμο 18/1944 στις τιμές που ευρίσκοντο το έτος 1941. Ενδεικτικό παράδειγμα για το μη επηρεασμό του εταιρικού κεφαλαίου από το νόμο Σβώλου, αποτελεί και η εταιρία «ΜΟΡΣΟΝΣ», της οποίας η εκκαθάριση άρχισε πριν τη ψήφιση του νόμου Σβώλου και τελείωσε μετά τη ψήφιση αυτού.
Η Εθνική Τράπεζα ουδέποτε τήρησε την συγκεκριμένη σύμβαση συγχώνευσης την οποία συνυπέγραψε. Από τις πρώτες ημέρες της ειδικής εκκαθάρισης ξεκίνησε να την παραβιάζει, όχι με αμέλεια της, αλλά εν γνώσει της. Οι μετοχές της Τράπεζας Ανατολής σύμφωνα με τη σύμβαση συγχώνευσης (Κεφάλαιο VIII), θα έπρεπε να είχαν αποσυρθεί από τα Χρηματιστήρια παγκοσμίως και να σταματήσει οποιαδήποτε διαπραγμάτευση τους, αφού θα έμενε μόνο η υποχρέωση της Εθνικής Τράπεζας να αποπληρώσει στους μετόχους της Τράπεζας Ανατολής το υπόλοιπο της ειδικής εκκαθάρισης, και τουλάχιστον τις μερίδες του Παθητικού που αντιστοιχούν στα δικαιώματα των μετόχων.
Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας της ειδικής εκκαθάρισης, θα ακολουθούσε η ακύρωση (με διάτρηση όπως γινόταν εκείνη την εποχή) των τίτλων των μετοχών της Τράπεζας Ανατολής και τότε θα ολοκληρωνόταν η εκκαθάριση. Ωστόσο, η Εθνική Τράπεζα δεν απέσυρε τις μετοχές της Τράπεζας της Ανατολής από το Χρηματιστήριο. Με δική της ευθύνη, η μετοχή της Τράπεζας της Ανατολής συνέχισε να διαπραγματεύεται στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών έως και τον Νοέμβριο του 1933 .
Στις 19 Φεβρουαρίου 1933 δημοσιεύεται στις εφημερίδες της εποχής η Χρηματιστηριακή Γνωστοποίηση ότι η Τράπεζα της Ανατολής συγχωνεύτηκε δια εξαγοράς με την Εθνική Τράπεζα και καθορίστηκε ως κατώτατο τίμημα εξαγοράς των μετοχών της Τραπέζης Ανατολής το ποσό των 150 δραχμών, ως προκαταβολή έναντι του προϊόντος της ειδικής εκκαθάρισης, αυξημένο κατά 50 δραχμές για την αξία της μεταβιβαζόμενης πελατείας (goodwill). Όπως σημειώνεται στην εφημερίδα Οικονομικός Ταχυδρόμος της 19.02.1933, το σύνολο των 200 δραχμών για κάθε μετοχή ξεκίνησε να καταβάλλεται από την Εθνική Τράπεζα στις 16 Ιανουαρίου 1933 και οι μετοχές που προσκομίστηκαν σφραγίστηκαν σχετικά, ενώ κόπηκε η μερισματαπόδειξη υπ. αριθ. 55 (Β εξαμηνιαίας χρήσεως 1933). Η ανακοίνωση διευκρινίζει ότι από τις 15 Φεβρουαρίου 1933, οι μετοχές της Τράπεζας της Ανατολής διαπραγματεύονταν στο Χρηματιστήριο Αθηνών χωρίς τη μερισματαπόδειξη 55 και με τη σφραγίδα για την καταβολή των 200 δραχμών. Επίσης, η σχετική ανακοίνωση αναφέρει ότι μετά το τέλος της εκκαθάρισης η Εθνική Τράπεζα θα καταβάλει το υπόλοιπο ποσό από την ειδική εκκαθάριση που αναλογεί σε κάθε μετοχή.
Το ίδιο ίσχυσε και στο Χρηματιστήριο του Καΐρου στο οποίο η μετοχή της Τράπεζας της Ανατολής διαπραγματευόταν επίσημα το 1933, αλλά και ανεπίσημα στη συνέχεια, κάτι που γνώριζε τόσο το Υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας στο Κάιρο (πρώην υποκατάστημα της Τράπεζας Ανατολής), αλλά και η Κεντρική Διοίκηση της ΕΤΕ στην Αθήνα. Στα δημοσιεύματα της εποχής φαίνεται η τιμή της μετοχής της Τράπεζας της Ανατολής στο Χρηματιστήριο του Καΐρου την Άνοιξη του 1933 και ενώ είχε ξεκινήσει η ειδική εκκαθάριση και οι μετοχές θα έπρεπε να είχαν αποσυρθεί ήδη από την 31η Δεκεμβρίου 1932.
Παράλληλα, υπάρχουν επίσημα έγγραφα στα οποία βλέπουμε την επικοινωνία του Υποκαταστήματος Καΐρου της Εθνικής Τράπεζας με τη διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας στην Αθήνα στις 6 Ιουνίου 1934. Σε αυτή την επιστολή αναφέρει το υποκατάστημα ότι διαθέτει 2050 μετοχές της Τράπεζας Ανατολής που έχουν έρθει στην κατοχή του μετά από συμφωνία με οφειλέτη. Το υποκατάστημα λέει ότι το 1934 υπολόγιζε την αξία κάθε μετοχής στο 1 ΓΔ, ωστόσο στο Χρηματιστήριο του Καΐρου η μετοχή ανέβηκε από τα 5 ΓΔ στα 10 ΓΔ, λόγω φήμης που κυκλοφόρησε ότι οι μέτοχοι της Τράπεζας Ανατολής στην Αίγυπτο θα ζητούσαν με αγωγή το διορισμό εκκαθαριστών από την περιοχή τους, λόγω μειωμένης εμπιστοσύνης προς την Εθνική Τράπεζα. Το Υποκατάστημα Καΐρου ζητάει την άδεια της κεντρικής διοίκησης της Εθνικής Τράπεζας να πουλήσει τις μετοχές αυτές στο Χρηματιστήριο του Καΐρου. Το Δικαστικό Τμήμα της Εθνικής Τράπεζας στις 23 Ιουλίου 1934 ενημερώνει τους ενδιαφερόμενους ότι δεν είναι σωστό να επωφεληθεί η Τράπεζα από κερδοσκοπικές κινήσεις γιατί η άνοδος της μετοχής στο Χρηματιστήριο είναι τεχνητή. Το Δικαστικό Τμήμα της Εθνικής Τράπεζας δεν αιφνιδιάζεται που οι μετοχές διακινούνται στο Χρηματιστήριο του Καΐρου το 1934, σε αντίθεση με την Εθνική Τράπεζα σήμερα. Ήταν κάτι γνωστό για εκείνη την εποχή, όπως είναι και σήμερα γνωστό ότι η Εθνική Τράπεζα συνέχισε να πουλάει τις μετοχές της Τράπεζας Ανατολής στα Χρηματιστήρια, μετά την υποτιθέμενη ακύρωση τους. Το Τμήμα Τραπεζών & Διαθεσίμων Εξωτερικού της Εθνικής Τράπεζας ευρισκόμενο σε συνεννόηση με τον Εκπρόσωπο της Εθνικής Τράπεζας, τον Υποδιοικητή και τους ειδικούς εκκαθαριστές ενημέρωσε αυθημερόν το Υποκατάστημα Καΐρου να πουλήσει στο Χρηματιστήριο το 1934 τις 2050 μετοχές που μέχρι σήμερα η Εθνική Τράπεζα επιμένει ότι ακυρώθηκαν στο τέλος Δεκεμβρίου 1932. Δυστυχώς, κάποιος λέει ψέματα και τα έγγραφα που αποδεικνύουν την αλήθεια είναι σε γνώση της Εθνικής Τράπεζας εδώ και δεκαετίες.
Εκτός των παραπάνω η μετοχή της Τράπεζας της Ανατολής συνέχισε να διακινείται και στο Χρηματιστήριο του Παρισιού και διαπραγματευόταν στο ταμπλό μέχρι τις 2 Νοεμβρίου 1933, όπως φανερώνει σχετική έρευνα του Καθηγητή Οικονομικών του European Business School κ. Angelo Riva, εντεταλμένου από το Χρηματιστήριο του Παρισιού για τη ψηφιοποίηση των αρχείων του, με τον οποίον ήρθαμε σε επαφή.
Είναι φυσικά αδύνατον η μετοχή να διακινείται επίσημα στο Ελληνικό Χρηματιστήριο και σε αυτά του Παρισιού και του Καΐρου, χωρίς η Εθνική Τράπεζα αλλά και η Τράπεζα της Ελλάδος να το γνωρίζουν. Η τιμή της μετοχής της Τράπεζας Ανατολής αναφέρεται απλά κάτω από αυτή της Εθνικής Τράπεζας, τόσο στο ταμπλό του Χρηματιστηρίου, όσο και στις δημοσιευμένες καταστάσεις με τις τιμές του Χρηματιστηρίου.
Μάλιστα, το ίδιο το Ιστορικό Αρχείο της Εθνικής Τράπεζας διαθέτει μετοχές της Τράπεζας Ανατολής που έχουν σφραγιστεί από το Γαλλικό Χρηματιστήριο του Παρισιού δεκαετίες μετά την υποτιθέμενη λήξη της ειδικής εκκαθάρισης και την υποτιθέμενη ακύρωση των μετοχών. Κατά συνέπεια, το Γαλλικό Χρηματιστήριο σφράγιζε τις πωλήσεις των μετοχών της Τράπεζας Ανατολής ως συνήθως πριν, στη διάρκεια αλλά και μετά το υποτιθέμενο τέλος της ειδικής εκκαθάρισης.
Η Εθνική Τράπεζα φυσικά και δεν ενημέρωσε ποτέ το Γαλλικό Χρηματιστήριο ότι οι μετοχές της Τράπεζας Ανατολής ήταν (κατά την άποψή της) άκυρες και δεν θα έπρεπε να τις σφραγίζει και να τις πιστοποιεί με τις ειδικές σφραγίδες του. Οι συγκεκριμένες σφραγίδες τοποθετούνταν μόνο στις μετοχές εταιρειών που είχαν υποβάλει αίτηση και διακινούνταν επίσημα στο γαλλικό Χρηματιστήριο. Η αίτηση της εταιρείας έπρεπε να υποβληθεί στη γραμματεία του Χρηματιστηρίου Αξιών του Παρισιού (Syndic des Agents de Change de Paris) και κατά την εισαγωγή της εταιρείας απαιτούσε μια σειρά από έγγραφα, το καταστατικό της τράπεζας, έγκριση από το Υπουργείο Οικονομικών της Γαλλίας αλλά και ενημέρωση για την πορεία της εταιρείας. Είναι ξεκάθαρο ότι πάνω στους τίτλους μετοχών της Τράπεζας της Ανατολής τοποθετήθηκαν σφραγίδες που δείχνουν πως ο τίτλος που μεταβιβάστηκε κυκλοφορεί στο εξωτερικό (“Valeurs Etrangeres”).
Η μη αποπληρωμή των 200 δραχμών, για τις οποίες θεωρεί η Εθνική Τράπεζα ότι έχουν εκμηδενιστεί από το νόμο Σβώλου, λόγω της εντυπωσιακής απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών με αριθμό 2547/2004 και της εξίσου εντυπωσιακής ανυπαρξίας του ενάγοντα, φυσικά και δεν είναι στο απυρόβλητο. Φυσικά, το ελληνικό δημόσιο θα έπρεπε να είχε λάβει τις προκαταβολές τις οποίες δεν απέδωσε η Εθνική Τράπεζα στους μετόχους, γιατί αυτοί δεν προσκόμισαν τις μετοχές τους στο προβλεπόμενο από τον νόμο χρονικό διάστημα. Οι προκαταβολές δυστυχώς δεν ανήκαν στην Εθνική Τράπεζα για να τις κρατήσει, όπως ορίζει και η κείμενη νομοθεσία. Ο νόμος Σβώλου στο άρθρο 6 διαφοροποιεί τις οφειλές προς το Δημόσιο, αλλά το σίγουρο είναι πως το εθνικό συμφέρον επιτάσσει να ερευνήσουμε, αν το ελληνικό δημόσιο θα μπορούσε να κερδίσει ένα σημαντικό ποσό στη μάχη που δίνει για την ανοικοδόμηση της Ελληνικής οικονομίας.
Η πρόσφατη (4-7-2012) δικαστική απόφαση του Πρωτοδικείου Αθηνών – Τμήμα Ασφαλιστικών Μέτρων με αριθμό 6341/2012 αναγνωρίζει το έννομο συμφέρον των κομιστών μετοχών της Τράπεζας της Ανατολής ΑΕ. Η απόφαση υποχρεώνει την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ να επιδείξει και να χορηγήσει στους αιτούντες όλα τα απαραίτητα έγγραφα που να αποδεικνύουν τη σύννομη λήξη της συγκεκριμένης ειδικής εκκαθάρισης.
Παρά τις επανειλημμένες και πολλαπλές εκκλήσεις ημών προς την Εθνική Τράπεζα για την επίδειξη του Ισολογισμού της Εκκαθάρισης της Τράπεζας της Ανατολής ΑΕ, ενόψει των πολυάριθμων δικαστικών υποθέσεων που εκκρεμούν εις βάρος της, δεν έχει καταφέρει να μας κοινοποιήσει τον Ισολογισμό αυτό και προσπαθεί με παρελκυστικές τακτικές να μας πείσει ότι μια άσχετη λογιστική κατάσταση, η οποία δεν έχει τα χαρακτηριστικά που ορίζει ο νόμος, είναι ο τελικός ισολογισμός της εκκαθάρισης.
Όλα τα υπάρχοντα στοιχεία αποδεικνύουν ότι, ως κάτοχοι των συγκεκριμένων μετοχών της Τράπεζας της Ανατολής διατηρούμε ενεργή την έννομη σχέση μας ως μέτοχοι προς την απορροφούσα Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ διά μέσου της απορροφούμενης Τράπεζας της Ανατολής. Όθεν, μη περαιωθείσης εισέτι, κατά νόμο και κατά τους όρους της συμβάσεως, της εκκαθάρισης της απορροφούμενης Τράπεζας της Ανατολής από την απορροφούσα αυτήν Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ, ΔΙΑΤΗΡΕΙΤΑΙ σε ισχύ η έννομος σχέση ως κατόχων μετοχών της υπό απορρόφηση Τράπεζας της Ανατολής και εφ’ όσον η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ δεν ολοκλήρωσε την απορρόφηση και ανέλαβε τις εργασίες της απορροφούμενης, ασκούσε διοίκηση αλλοτρίων υπέρ της εισέτι μη απορροφούμενης Τράπεζας της Ανατολής, διατηρουμένων ούτω εν ισχύ και των μετοχών της Τράπεζας της Ανατολής με την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ να είναι διοικήτρια αλλοτρίων της Τράπεζας της Ανατολής.
Η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ φερόμενη ως απορροφούσα της φερόμενης ως απορροφούμενης Τράπεζας της Ανατολής όφειλε να μας αποδώσει ό, τι καρπώθηκε σύμφωνα και με τις διατάξεις του άρθρου 734 του Αστικού Κώδικα που επιτάσσουν ότι: «Ο διοικητής αλλοτρίων έχει απέναντι στον κύριο υποχρέωση να λογοδοτήσει, να αποδώσει όσα απέκτησε από τη διοίκηση και να καταβάλει τόκους κατά τις διατάξεις για την εντολή, που εφαρμόζονται αναλόγως.»
Η Τράπεζα της Ελλάδος, στο πλαίσιο των εποπτικών της αρμοδιοτήτων, ελέγχει τη συμμόρφωση των εποπτευόμενων ιδρυμάτων με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο και αξιολογεί την επάρκεια και αποτελεσματικότητα των διαδικασιών αντιμετώπισης του ξεπλύματος χρήματος και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που εφαρμόζουν. Για το λόγο αυτό και χωρίς επιτυχία έχουμε προσπαθήσει πολλαπλώς να κινήσουμε το κατά το νόμο προβλεπόμενο ενδιαφέρον της Τραπέζης της Ελλάδος.
Η Τράπεζα της Ελλάδος επιμένει μέχρι σήμερα ότι δεν έχει “πρωτογενή γνώση” επί του θέματος και ότι δεν έχει λάβει το παραμικρό που να αφορά την εκκαθάριση της Τράπεζας Ανατολής. Ωστόσο, σε επίσημα έγγραφα που έχουμε στην κατοχή μας, η Εθνική Τράπεζα παραδέχεται την ενημέρωση του Υπουργείου Οικονομικών και της Τραπέζης της Ελλάδος, για σημαντικές πτυχές της ειδικής εκκαθάρισης, όπως είναι η πληρωμή της προκαταβολής των 200 δραχμών σε συνάλλαγμα και όχι σε δραχμές σε ορισμένους κατοίκους του εξωτερικού, κάτι που η Εθνική Τράπεζα αρνείται σήμερα παρά τις ισχυρές έγγραφες αποδείξεις που βρέθηκαν.
Επιπρόσθετα, στη βιβλιοθήκη της ίδιας της Τραπέζης της Ελλάδος, στην οποία, παρά το μέγεθος και την πληρότητα της, δεν υπάρχει ούτε λέξη για την Τράπεζα Ανατολής, ανευρέθη κατόπιν ερεύνης μας ο Επίσημος Απολογισμός της Εθνικής Τράπεζας για τη χρήση 1936, μαζί με τους Ισολογισμούς της για το ίδιο έτος. Ενώ λοιπόν η Εθνική Τράπεζα επιμένει ότι η εκκαθάριση της Τράπεζας της Ανατολής ολοκληρώθηκε στο τέλος του 1936, τόσο στον Απολογισμό του έτους όσο και στους επίσημους Ισολογισμούς της Εθνικής Τράπεζας δεν αναφέρεται το παραμικρό. Υπάρχει αναφορά για την εξαγορά μέρους του χαρτοφυλακίου της Τράπεζας Ανατολής, όπως και μνεία για κάθε έξοδο, έσοδο και στοιχείο που αφορά τη χρήση του 1936. Αυτό που φυσικά δεν υπάρχει είναι η λήξη της ειδικής εκκαθάρισης της Τράπεζας της Ανατολής, στοιχείο που είναι στη διάθεση της Τράπεζας της Ελλάδας από το 1936 έως και σήμερα.
Παρ όλες τις έγγραφες και δια ζώσης οχλήσεις μας και την επίμονη άρνηση σας να μας παρέχετε κάποια στοιχεία και να συνδράμετε στο έργο μας, το οποίο δεν είναι μόνο ατομικό αλλά γενικού – κρατικού οικονομικού ενδιαφέροντος, εμείς σας παραθέσαμε μερικά από τα στοιχεία μας, τα οποία οφείλατε να μας παρέχετε εσείς κατά το νόμο, και τα οποία ενοχοποιούν τόσο εσάς όσο και την Εθνική Τράπεζα, για τις πράξεις και τις παραλείψεις σας, κατ’ εφαρμογήν των κείμενων διατάξεων, αστικών και ποινικών. Τα στοιχεία αυτά, τα οποία οφείλατε να κατέχετε, προέκυψαν από έναν ενδελεχή έλεγχο και μέρος από αυτά σας τα απαριθμήσαμε για τον προβληματισμό σας.
Η υποτιθέμενη κατά την Εθνική Τράπεζα εκκαθάριση δεν οριστικοποιήθηκε κατά νόμο και κατά τους όρους της σύμβασης, και τούτο προκύπτει από τον οικονομικό απολογισμό της Εθνικής Τραπέζης της χρήσης 1936, κατά τον οποίο δεν υπάρχει μνεία ολοκλήρωσης της εκκαθάρισης και τον οποίον εσείς οι ίδιοι – που αρνείστε κάθε γνώση – μας χορηγήσατε σφραγίζοντας τον με την στρογγυλή σφραγίδα της Τραπέζης της Ελλάδος. Είναι μάλλον απίθανο να μην γνωρίζετε να διαβάσετε έναν ισολογισμό, στον οποίον καταχωρούνται το ενεργητικό, τα παθητικά στοιχεία, αλλά και οι μεταβατικοί λογαριασμοί (λογαριασμοί τάξεως), οι οποίοι τηρούνται όταν δεν οριστικοποιούνται ορισμένα στοιχεία λογαριασμών, όπως στην περίπτωση της Τράπεζας της Ανατολής.
Σας κοινοποιούμε τώρα τα συγκεκριμένα στοιχεία για να λάβετε γνώση και εσείς ορισμένα έγγραφα του αρχείου σας που μας ενδιέφεραν, που αρνηθήκατε να μας χορηγήσετε και που πιστοποιούν ότι δεν τελείωσε η εκκαθάριση το έτος 1936. Επομένως, η εκκαθάριση της Τραπέζης της Ανατολής κατά νόμο υφίσταται μέχρι σήμερα και η Τράπεζα της Ανατολής βρίσκεται εν λειτουργία ενσωματωμένη στην Εθνική Τράπεζα.
Η Εθνική Τράπεζα έχει παρανόμως ιδιοποιηθεί τα περιουσιακά στοιχεία της Τράπεζας της Ανατολής – ακίνητα και κινητά. Δυστυχώς, φαίνεται ότι με τις ενέργειες σας και τις παραλείψεις σας συγκαλύπτετε την Εθνική Τράπεζα, προσβάλλοντας το έννομο συμφέρον μας και το δημόσιο αντιστοίχως. Απορίας άξιον είναι το γεγονός ότι υπάρχουν κομιστές μετοχών που έχουν αποζημιωθεί εκ της εκκαθάρισης από το 1946 έως σήμερα και η Εθνική Τράπεζα ουδέποτε διέψευσε τους ισχυρισμούς τους, ισχυρισμοί που τελούν εις γνώσιν σας.
Στις 6 Δεκεμβρίου 1941, δια το υπ. Αριθμόν πρωτοκόλλου 342017/6-12-1941 έγγραφο της, η Εθνική Τράπεζα ιδιοποιήθηκε απαιτήσεις της Τράπεζας της Ανατολής και εισέπραξε από το Ελληνικό Δημόσιο δεκαπενταετές ομολογιακό δάνειο που η Τράπεζα της Ανατολής είχε χορηγήσει το 1915 και το οποίο το Ελληνικό Δημόσιο δεν ξεκίνησε να πληρώνει το 1930. Η πλήρης ικανοποίηση του ομολογιακού αυτού δανείου έγινε κατόπιν συμφωνίας με την οποία έπαψαν οι σχετικές αγωγές που είχαν ασκηθεί από την Τράπεζα Ανατολής, ενώ τα σχετικά ποσά του δανείου και των τοκομεριδίων κατεβλήθησαν και η Εθνική Τράπεζα ικανοποιήθηκε πλήρως, χωρίς αυτά να αναφέρονται σε κανέναν ισολογισμό, χωρίς να έχουν περάσει από την εκκαθάριση και δίχως να καταβληθούν οι απαραίτητοι φόροι και τέλη επί αυτών.
Ενώ λοιπόν ο κόσμος πέθαινε στους δρόμους από την πείνα, η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος εισέπραττε από το κατεχόμενο Ελληνικό Κράτος κεφάλαια που δολίως απέκρυπτε, με τα οποία θα μπορούσε να ετρέφετο ο πληθυσμός της Ελλάδος – εγκληματικώς φερόμενη κατά την άποψη μας. Τα παραπάνω πιστοποιούν τις εμπορικές πράξεις που έγιναν μεταξύ των συμβαλλομένων, τις οποίες εσείς παρανόμως ισχυρίζεστε ότι δεν γνωρίζετε, ενώ αρνείστε τη γνώση γεγονότων και πράξεων, τα οποία οφείλατε να γνωρίζετε, αφού τελούν υπό τον έλεγχο σας.
Είμαστε πλέον πεπεισμένοι ότι το υπέρογκο οικονομικό όφελος της Εθνικής Τράπεζας από την ειδική εκκαθάριση της Τράπεζας της Ανατολής σε βάρος των μετόχων και του Ελληνικού Δημοσίου αποτελεί ένα τεραστίων διαστάσεων σκάνδαλο, στο οποίο οφείλετε να ασκήσετε σήμερα τον εποπτικό σας ρόλο. Εμείς οι νομίμως κατέχοντες μετοχές της Τράπεζας της Ανατολής αναζητούμε σήμερα τον υπεύθυνο της από εμάς θεωρούμενης συμπαιγνίας κατά των συμφερόντων ημών και του κράτους.
Κατόπιν των ανωτέρω, σε συνδυασμό με τους υπάρχοντες εις χείρας μας ισολογισμούς της Εθνικής Τράπεζας για τη χρήση 1936, εξηγείται ο λόγος που διαπιστώνεται τεράστια αύξηση των εκκρεμών λογαριασμών στο Παθητικό της Εθνικής Τράπεζας κατά τη μετάβαση από τη χρήση 1935 στη χρήση 1936. Σύμφωνα με τα πρακτικά του Διοικητικού Συμβουλίου της Εθνικής Τραπέζης της 20ης Φεβρουαρίου 1937, φαίνεται η μεταφορά των λογαριασμών της εκκαθάρισης της Τράπεζας της Ανατολής προς την Εθνική Τράπεζα, γεγονός που προκύπτει από έγγραφα τα οποία τηρείτε αλλά αρνείστε ότι γνωρίζετε. Τα εν λόγω πρακτικά αποτελούν πλήρη απόδειξη των ισχυρισμών μας και των δικών σας παραλείψεων ως εποπτευούσης Τράπεζας -Αρχής, σύμφωνα με την πληθώρα των στοιχείων που περιήλθαν εις χείρας μας και τα οποία υποτίθεται ότι αγνοείτε.
Για τους λόγους που περιγράψαμε και σύμφωνα με τα στοιχεία που σας παραθέσαμε, παρακαλούμε, εντός του απολύτως αναγκαίου χρόνου και σε κάθε περίπτωση σε διάστημα όχι μεγαλύτερο των πέντε εργασίμων ημερών, να μας απαντήσετε εγγράφως, στα υποβαλλόμενα ερωτήματά μας και να μας χορηγήσετε επικυρωμένα αντίγραφα, των αιτουμένων εγγράφων και στοιχείων των οποίων εκ του θεσμικού σας ρόλου οφείλετε ως εποπτεύουσα αρχή να κατέχετε και δη:
Πιθανή άρνηση σας, δια της οποίας διακυβεύονται τα έννομα συμφέροντα μας και τα συμφέροντα του Δημοσίου, θα μας αναγκάσει να προβούμε σε καταγγελία στις προαναφερόμενες υπηρεσίες – αρχές του Ελληνικού κράτους και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις οποίες κοινοποιείται η συγκεκριμένη αίτηση – καταγγελία, για τον εντοπισμό των υπευθύνων και του δόλου αυτών.
Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε./ Γραφείο Διοικητή
κύριο Προβόπουλο Α. Γεώργιο
Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος
Ελευθερίου Βενιζέλου 21, Αθήνα 102 50
ΑΙΤΗΣΗ – ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ
Εκ της συγκεκριμένης σύμβασης, οι μέτοχοι της Τράπεζας της Ανατολής αποξενώθηκαν από την ιδιότητα τους και αποκλείστηκαν από τη συνέχεια των επιχειρήσεων. Το ενεργητικό και το παθητικό της απορροφηθείσας Τράπεζας της Ανατολής προστέθηκε στα ανάλογα λογιστικά δεδομένα της απορροφώσας Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος.
Ο Νόμος 2190/1920 στη μορφή που ίσχυε τότε (άρθρο 49), όριζε την υποχρέωση δημοσίευσης του Ισολογισμού Εκκαθάρισης της Τράπεζας Ανατολής ΑΕ από τους Εκκαθαριστές στο Δελτίο Ανωνύμων Εταιρειών της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως.
Η Εθνική Τράπεζα προσπαθεί να εξηγήσει τα δικά της σφάλματα και τις ελλείψεις της κατά την εφαρμογή της σχετικής σύμβασης, χρησιμοποιώντας τον ειδικό νόμο 5261/1931, για τις συγχωνεύσεις των Ανωνύμων Εταιρειών. Αναφορικά με το ρόλο του ν. 5261/1931, όπως πολύ εύστοχα επισημαίνει η Εθνική Τράπεζα στις διάφορες επιστολές της, για την εφαρμογή του “Προς τούτο αρκούσι αι σύμφωναι αποφάσεις των γενικών συνελεύσεων των ενδιαφερομένων εταιριών λαμβανόμενα κατά τας διατάξεις των άρθρων 29 παρ. 3 και 31 παρ. 2 Ν. 2190/1920”. Είναι απίστευτο να υποστηρίζει η Εθνική Τράπεζα ότι η αποδοχή της συγχώνευσης από τη Γενική Συνέλευση της Τράπεζας Ανατολής ισοδυναμεί με την πλειοψηφία που ορίζει ο ν. 5261/1931 για την εφαρμογή του. Οι μόνες αναφορές για το νόμο αυτό στη σύμβαση συγχώνευσης γίνονται για τα άρθρα 2 και 3 (φορολογικές και άλλες ατέλειες) και όχι φυσικά για το άρθρο 1, το οποίο απαιτεί την υπερψήφιση της αποδοχής του. Μάλιστα ακόμη και για τις φορολογικές ατέλειες, υπάρχει τροποποίηση του ν. 5261/1931 ελάχιστες ημέρες μετά τη δημοσίευση του. Για να γίνει κατά συνέπεια πιο ξεκάθαρο, η Γενική Συνέλευση της Τράπεζας της Ανατολής, της οποίας τα πρακτικά δημοσιεύονται στο ΦΕΚ 301/21.12.1932, δεν αναφέρεται στην εφαρμογή του άρθρου 1 του ν. 5261/1931 ενώ δεν υπάρχει μνεία ή απόφαση εφαρμογής του. Οι Γενικές Συνελεύσεις αποφασίζουν τη συγχώνευση με την ελάχιστη πλειοψηφία και απαρτία που όριζε ο νόμος, και δεν ερωτώνται καν για την αποδοχή εφαρμογής του άρθρου 1 του ν 5261/1931, όπως ορίζει ο ίδιος ο νόμος και που απαιτεί ιδιαίτερα αυξημένη απαρτία.
Μάλιστα, η επόμενη κωδικοποίηση του νόμου 2190/1920, περιέχει το άρθρο 68, το οποίο είναι η προσθήκη του ν. 5261/1931 που φυσικά δεν εξαφάνισε από την κωδικοποίηση τα άρθρα περί εκκαθάρισης και διάλυσης. Καλό θα ήταν, πριν η Εθνική Τράπεζα προβεί σε τέτοιες ερμηνείες, να μελετήσει και την αιτιολογική έκθεση του ν. 5261/1931 όπως κατατέθηκε στη Βουλή των Ελλήνων.
Το άρθρο 2 του ν. 5261/1931 αναφέρει ότι «Αι κατά το προηγούμενον άρθρον αποφάσεις των γενικών συνελεύσεων περί συγχωνεύσεως, εγκρινόμεναι υπό του Υπουργού της Εθνικής Οικονομίας…». Είναι σαφές ότι απαιτείται έγκριση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1, 2 και 3 του ν. 5261/1931. Η από 5-11-1932 έγκριση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας ενσωματώνεται στην πρώτη σελίδα του Φ.Ε.Κ. (Δελτίο Ανωνύμων Εταιριών) με αριθμό 301 της 31-12-1931. Όμως στη συγκεκριμένη Υπουργική απόφαση – έγκριση αναγράφεται ότι «Έχοντες υπόψη 1) τα υποβληθέντα ημίν εν αντιγράφω πρακτικά της τακτικής γενικής συνελεύσεως των μετόχων της εν Αθήναις εδρευούσης Ανωνύμου Εταιρίας Τράπεζα Ανατολής ….. 2) Το άρθρον 2 του Νόμου 5261/1931 “περί συγχωνεύσεως Ανωνύμων Εταιριών“ και 3) Το διάταγμα της 24ης Σεπτεμβρίου ε.ε. “περί εκτελέσεως του άρθρου 3 του νόμου 5261/1931 περί συγχωνεύσεως ανωνύμων εταιριών“ εγκρίνομεν τα ως άνω ληφθείσας αποφάσεις περί συγχωνεύσεως ….». Ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας ενέκρινε την εφαρμογή των άρθρων 2 και 3 του ν. 5261/1931 στην επίδικη συγχώνευση. Πουθενά στην υπουργική απόφαση δεν αναφέρεται έγκριση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας για την εφαρμογή του άρθρου 1 του ν. 5261/1931.
Παράλληλα, θα θέλαμε να επιστήσουμε την προσοχή σας στο Διάταγμα “Περί Δελτίου Ανωνύμων Εταιρειών” που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 22/22.1.1930 και ειδικά στο άρθρο 4, παράγραφος 3: “Οι εκκαθαριστές Ελληνικής ανωνύμου εταιρείας υποχρεούνται όπως μεριμνώσι δια την δημοσίευσιν δια του Δελτίου Ανωνύμων Εταιρειών των συντασσομένων υπ’ αυτών ισολογισμών εκκαθαρίσεως, συμφώνως προς το άρθρον 49 του νόμου 2190 περί Ανωνύμων Εταιρειών”. Αυτή η παράλληλη προς τον 2190/1920 νομοθεσία (δεν προσθέτει άρθρο στο νόμο και δεν ενσωματώνεται σε κωδικοποίηση), σας υποχρεώνει σε δημοσίευση σε Δελτίο Ανωνύμων Εταιρειών.
Παρόμοια υποχρέωση δημοσίευσης Λογιστικής Κατάστασης της Εκκαθάρισης στο Δελτίο Ανωνύμων Εταιρειών από τους Εκκαθαριστές, που να εμφανίζει την κατάσταση των λογαριασμών της Εκκαθάρισης, ορίστηκε και από το Αναγκαστικό Νόμο 325/1936, όπως δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 498 της 10ης Νοεμβρίου 1936. Ο αναγκαστικός αυτός νόμος υποχρέωνε την υποβολή της Λογιστικής Κατάστασης από τους Εκκαθαριστές, μαζί με έκθεση πεπραγμένων προς τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας, κάτι που φυσικά δεν έγινε ποτέ.
Οι εκκαθαριστές οι οποίοι θα έπρεπε να είχαν υποβάλει τον ισολογισμό εκκαθάρισης στο Δελτίο Ανωνύμων Εταιρειών κατά το παραπάνω διάταγμα, απολύθηκαν από τον αντιπρόσωπο της Εθνικής Τράπεζας. Όπως αναφέρεται στη σελίδα 89 του τελευταίου βιβλίου πρακτικών των εκκαθαριστών της Τράπεζας Ανατολής (πρακτικό 189ης συνεδρίασης) “ο αντιπρόσωπος της Εθνικής Τραπέζης γνωρίζει εις τους ειδικούς εκκαθαριστάς ότι η αποστολή αυτών έληξε, τερματισθέντος του προσδιορισμού των τιμών ρευστοποιήσεως άπαντος του απομείνοντος Ενεργητικού της Τραπέζης της Ανατολής”. Η παραδοχή ύπαρξης ανακοίνωσης της παράτυπης απόλυσης των ειδικών εκκαθαριστών, αποτελεί παραδοχή ενοχής από μόνη της, μια και ο αντιπρόσωπος της Εθνικής Τράπεζας δεν είχε κανένα δικαίωμα απόλυσης ή αντικατάστασης εκκαθαριστών. Αντίθετα η Τράπεζα της Ελλάδος που είχε το δικαίωμα αντικατάστασης εκκαθαριστών, κατόπιν αιτήσεων προς αυτήν, μας ενημερώνει επανειλημμένα ότι δεν έχει λάβει οτιδήποτε σχετικό με την εκκαθάριση της Τράπεζας της Ανατολής, άρα ούτε τέτοιο αίτημα.
Ο ρόλος των ειδικών εκκαθαριστών της Τράπεζας Ανατολής δεν ήταν μόνο αυτός του απλού εκκαθαριστή, αλλά και του αντιπροσώπου των κομιστών των μετοχών της Τράπεζας Ανατολής και της Γενικής Συνέλευσης της Τράπεζας Ανατολής της 1ης Αυγούστου 1932. Στο άρθρο VI της σύμβασης συγχώνευσης αναφέρεται ότι οι ειδικοί εκκαθαριστές λειτουργούν ξεκάθαρα “…ως αντιπρόσωποι του συνόλου των κομιστών μετοχών της Τραπέζης της Ανατολής αφ’ ενός και αφετέρου δυνάμει της παρεχόμενης αυτοίς, δια της παρούσης εξουσιοδοτήσεως παρά του δια την Τράπεζαν της Ανατολής παρισταμένου ώδε Ιωάννου Αθ. Αθανασάκη δεόντως εντεταλμένου παρά της Γενικής Συνελεύσεως των μετόχων της Τραπέζης της Ανατολής της 1ης Αυγούστου και προς εκτέλεσιν της παρούσης συμβάσεως…”. Ακόμη και με την παραδοχή της ακύρωσης των μετοχών και της μετατροπής τους σε χρεόγραφα-αξιόγραφα, και μετά την παράτυπη απόλυση τους, οι εκκαθαριστές συνεχίζουν να εκφράζουν τα δικαιώματα των κομιστών μετοχών και της Γενικής Συνέλευσης της Τράπεζας Ανατολής της 1ης Αυγούστου 1932.
Επειδή, κατόπιν εκ μέρους μας ενδελεχούς ερευνάς μέχρι σήμερα ουδέν έγγραφο έχει βρεθεί συνταχθέν υπό των εκκαθαριστών, που να βεβαιώνει ότι έχουν ολοκληρώσει με επιτυχία το έργο που τους έχει αναθέσει η συγκεκριμένη Γενική Συνέλευση της Τράπεζας της Ανατολής, η φερόμενη ως τελική κατάσταση εκκαθαρίσεως της Τράπεζας της Ανατολής της 28-12-1936 είναι ένα εσωτερικό έγγραφο της Εθνικής Τράπεζας, χωρίς καμία νομική ισχύ, που αποδεικνύει τη μονομερή λήξη της εκκαθάρισης από την ίδια την Εθνική Τράπεζα. Σε σύγκριση με άλλους ισολογισμούς εκκαθαρίσεων εκείνης της εποχής, που κατά περίεργο τρόπο δημοσιεύτηκαν στο Δελτίο Ανωνύμων Εταιρειών ενώ ο ν 5261/1931 βρισκόταν ακόμη σε ισχύ, ο ανέκδοτος ισολογισμός που προσκομίζει η Εθνική Τράπεζα έχει μόνο μια υπογραφή, του Διοικητή της Εθνικής Τράπεζας κ. Δροσόπουλου. Είναι σαφές ότι λείπουν μερικές υπογραφές πριν ανακηρυχθεί αυτό το έγγραφο σαν “Τελική Κατάσταση Εκκαθαρίσεως της Τράπεζας Ανατολής”. Ελπίζουμε να κατανοείτε ότι κ Δροσόπουλος είχε τέτοια αρμοδιότητα να υπογράψει το συγκεκριμένο ισολογισμό και να κλείσει την εκκαθάριση το 1936, όσο έχει ο κ. Αρτέμης Σώρρας να ζητάει 3 τρις από την αμερικάνικη κυβέρνηση σε ομόλογα…
Ιδιαίτερη λύπη μας προκαλεί το γεγονός ότι μέχρι και σήμερα η Εθνική Τράπεζα δεν έχει κατορθώσει να εντοπίσει έστω και μία δημοσίευση του τελικού ισολογισμού της ειδικής εκκαθάρισης της Τράπεζας της Ανατολής σε ελληνική εφημερίδα, όπως ορίζει η σύμβαση συγχώνευσης. Η εμμονή της στην La Bourse Egyptienne του Καΐρου, το γνήσιο της οποίας ο πρώτος εξ’ ημών έχει εξετάσει σε τρεις διεθνείς βιβλιοθήκες, αποτελεί ακόμη μια παραδοχή ότι δεν έχει γίνει η απαραίτητη δημοσίευση σε ελληνική εφημερίδα, ενώ δεν έχουν δημοσιευτεί στον Ελληνικό Τύπο και αρκετές από τις εξαμηνιαίες λογιστικές καταστάσεις της εκκαθάρισης, όταν άρχισαν τα πράγματα να γίνονται μη συμφέροντα για την απορροφώσα Τράπεζα. Η Σύμβαση Συγχώνευσης 147611/1932 ορίζει, επί ποινής ακυρότητας, την επιπρόσθετη υποχρέωση δημοσίευσης όλων των Εξαμηνιαίων Καταστάσεων του Λογιστικού της Εκκαθάρισης της Τράπεζας Ανατολής Α.Ε. σε μία εφημερίδα στην Ελλάδα και μία εφημερίδα στην Αίγυπτο.
Επιπρόσθετα, με την εγκύκλιο της Εθνικής Τράπεζας και με ημερομηνία 20.12.1937 καταργήθηκαν επίσημα τα υποκαταστήματα της Αιγύπτου και παρέμεινε μόνο ένα γραφείο στην Αλεξάνδρεια για τις ανάγκες της εκκαθάρισης, μόλις ένα χρόνο μετά την υποτιθέμενη λήξη της. Σε δημοσιεύματα της εποχής στις Αιγυπτιακές εφημερίδες Φως και Ταχυδρόμος-Ομόνοια, οι κομιστές μετοχών της Τράπεζας Ανατολής, αλλά και η ελληνική παροικία στην Αίγυπτο, όχι μόνο δεν είναι ενημερωμένοι για τη λήξη της εκκαθάρισης, αλλά απευθύνουν ερωτήματα προς τις προξενικές αρχές και τους εκπροσώπους της Εθνικής Τράπεζας για το αν η αποχώρηση από την Αίγυπτο οφείλεται ίσως σε κάποια κακή πορεία της εκκαθάρισης ή σε άλλους λόγους, εκφράζοντας την έκπληξη τους μια και η Τράπεζα Ανατολής είχε δεσπόζουσα θέση και κατά τη γνώμη τους αρκετά έσοδα.
Αναφορικά με το νόμο Σβώλου, οι αντιρρήσεις της Εθνικής Τράπεζας φυσικά δεν πιστεύουμε να πείθουν ούτε τη νομική της ομάδα. Ακόμη και στο έγγραφο που η ίδια η Εθνική Τράπεζα έχει εμφανίσει στα δικαστήρια σαν “Τελική Κατάσταση Εκκαθαρίσεως της Τράπεζας Ανατολής” και στα δεξιά του εγγράφου, αναφέρονται τα ποσά της εκκαθάρισης, στα οποία αυθαίρετα κατέληξε η Εθνική Τράπεζα, αλλά και το συνάλλαγμα στα οποία τηρούνται. Η Τράπεζα είναι ευπρόσδεκτη να εκμηδενίσει τις απαιτήσεις σε δραχμές, αλλά δυστυχώς το ποσό σε δραχμές είναι ελάχιστο. Αν μελετήσετε τη σύμβαση συγχώνευσης, στο άρθρο VII (“Μέτοχοι της Τραπέζης της Ανατολής. Πληρωμή αυτών”) σε αντιπαραβολή με το άρθρο ΙΙΙ (“Τίμημα της εξαγοράς”) θα δείτε ότι το τίμημα εξαγοράς είναι το προϊόν της ειδικής εκκαθάρισης διανεμημένο εξίσου σε 280.000 μετοχές και αυξημένο κατά 50 δραχμές για το goodwill. Κοινώς, η προκαταβολή μπορεί να ήταν δραχμική, αλλά η αποπληρωμή της μετοχής ήταν κλασματική από τους λογαριασμούς της εκκαθάρισης, των οποίων η πλειονότητα ήταν σε συνάλλαγμα.
Σημαντική για την εφαρμογή του ν. Σβώλου είναι και η απαντητική επιστολή της Εθνικής Τράπεζα προς την Ιωνική Τράπεζα, την 8η Δεκεμβρίου 1948 στην οποία καλείται από την Ιωνική Τράπεζα να προσδιορίσει την αξία μετοχών της Τράπεζας της Ανατολής, χωρίς το κουπόνι 55. Η απάντηση της Εθνικής Τράπεζας καταλήγει στο ότι “αι εις χείρας του πελάτου σας μετοχαί, φέρουσαι την υπ αριθ. 56 μερισματαπόδειξιν, ουδεμίαν αξίαν έχουσιν, δοθέντος ότι κατά την αποκοπήν της μερισματαποδείξεως Νο 55, οι κομισταί των μετοχών τούτων θα έχουν πληρωθεί το ανωτέρω κατά μετοχήν συμφωνηθέν ποσόν των Δρχ. 200”. Μόλις 4 χρόνια μετά την εφαρμογή του ν. 18/1944 φυσικά η Εθνική Τράπεζα δεν τον επικαλείται και αρκείται στην έλλειψη της μερισματαπόδειξης Νο 55.και στην υποτιθέμενη λήξη της εκκαθάρισης. Τελικά, οι μετοχές αυτές δεν είχαν αξία γιατί δεν είχαν τη μερισματαπόδειξη Νο 55 ή γιατί ίσχυσε ο νόμος Σβώλου;
Μάλιστα, σύμφωνα με τον αναγκαστικό νόμο 505/1945 «περί καταρτίσεως των ισολογισμών των ανωνύμων εταιριών χρήσεως 1944-1945» δημοσιευθέντα στο Φ.Ε.Κ. με αριθμό 206/9-8-1945 : «Το πάγιον ενεργητικόν …. τα μεν κτηθέντα μέχρι τέλους της προ της
1-7-1941 ληξάσης εταιρικής χρήσεως, αναγράφονται με την εις δραχμάς αξίαν αυτών με την οποία ενεφανίζοντο εν των ισολογισμών της εν λόγω χρήσεως …. (άρθρο 2 παρ. 1)», «Έξοδα ιδρύσεως και οργανώσεως αναγράφονται εν τω ισολογισμώ εις δραχμάς με την αξίαν των με την οποίαν εφέροντο εις τον ισολογισμόν της ληξάσης προς της 1-7-1941 χρήσεως ….. (άρθρο 2 παρ. 3)», «Αι μη εισηγμέναι εις το Χρηματιστήριον μετοχαί αναγράφονται κατά την κρίσιν του διοικητικού συμβουλίου της ανωνύμου εταιρίας εις τιμήν καθοριζομένην επί τη βάσει των δεδομένων της οικονομικής πραγματικότητος, της κρίσεως ταύτης υποκειμένης εις τον έλεγχον του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας. Εάν η τιμή αυτή ήθελε είναι μεγαλυτέρα της τιμής κτήσεως θα αναγραφή η τελευταία (άρθρο 4 παρ. 1 εδ. 3» και «το μετοχικόν κεφάλαιον (καθ’ ο ποσόν είναι καταβεβλημένον) και τα αποθεματικά, τα εμφαινόμενα εις τον ισολογισμόν τον συνταχθέντα το βραδύτερον την 30 Ιουνίου 1941 θα αναγραφούν με το αυτό ποσόν…(άρθρο 5 παρ. 2)». Ο παραπάνω νόμος ουσιαστικά εξαιρεί το μετοχικό κεφάλαιο, τα πάγια των εταιριών και τα αποθεματικά τους, από το «μηδενισμό» του νόμου Σβώλου. Ο νόμος αναφέρει ότι τα αποθεματικά και το εταιρικό κεφάλαιο παραμένουν μετά το νόμο 18/1944 στις τιμές που ευρίσκοντο το έτος 1941. Ενδεικτικό παράδειγμα για το μη επηρεασμό του εταιρικού κεφαλαίου από το νόμο Σβώλου, αποτελεί και η εταιρία «ΜΟΡΣΟΝΣ», της οποίας η εκκαθάριση άρχισε πριν τη ψήφιση του νόμου Σβώλου και τελείωσε μετά τη ψήφιση αυτού.
Η Εθνική Τράπεζα ουδέποτε τήρησε την συγκεκριμένη σύμβαση συγχώνευσης την οποία συνυπέγραψε. Από τις πρώτες ημέρες της ειδικής εκκαθάρισης ξεκίνησε να την παραβιάζει, όχι με αμέλεια της, αλλά εν γνώσει της. Οι μετοχές της Τράπεζας Ανατολής σύμφωνα με τη σύμβαση συγχώνευσης (Κεφάλαιο VIII), θα έπρεπε να είχαν αποσυρθεί από τα Χρηματιστήρια παγκοσμίως και να σταματήσει οποιαδήποτε διαπραγμάτευση τους, αφού θα έμενε μόνο η υποχρέωση της Εθνικής Τράπεζας να αποπληρώσει στους μετόχους της Τράπεζας Ανατολής το υπόλοιπο της ειδικής εκκαθάρισης, και τουλάχιστον τις μερίδες του Παθητικού που αντιστοιχούν στα δικαιώματα των μετόχων.
Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας της ειδικής εκκαθάρισης, θα ακολουθούσε η ακύρωση (με διάτρηση όπως γινόταν εκείνη την εποχή) των τίτλων των μετοχών της Τράπεζας Ανατολής και τότε θα ολοκληρωνόταν η εκκαθάριση. Ωστόσο, η Εθνική Τράπεζα δεν απέσυρε τις μετοχές της Τράπεζας της Ανατολής από το Χρηματιστήριο. Με δική της ευθύνη, η μετοχή της Τράπεζας της Ανατολής συνέχισε να διαπραγματεύεται στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών έως και τον Νοέμβριο του 1933 .
Στις 19 Φεβρουαρίου 1933 δημοσιεύεται στις εφημερίδες της εποχής η Χρηματιστηριακή Γνωστοποίηση ότι η Τράπεζα της Ανατολής συγχωνεύτηκε δια εξαγοράς με την Εθνική Τράπεζα και καθορίστηκε ως κατώτατο τίμημα εξαγοράς των μετοχών της Τραπέζης Ανατολής το ποσό των 150 δραχμών, ως προκαταβολή έναντι του προϊόντος της ειδικής εκκαθάρισης, αυξημένο κατά 50 δραχμές για την αξία της μεταβιβαζόμενης πελατείας (goodwill). Όπως σημειώνεται στην εφημερίδα Οικονομικός Ταχυδρόμος της 19.02.1933, το σύνολο των 200 δραχμών για κάθε μετοχή ξεκίνησε να καταβάλλεται από την Εθνική Τράπεζα στις 16 Ιανουαρίου 1933 και οι μετοχές που προσκομίστηκαν σφραγίστηκαν σχετικά, ενώ κόπηκε η μερισματαπόδειξη υπ. αριθ. 55 (Β εξαμηνιαίας χρήσεως 1933). Η ανακοίνωση διευκρινίζει ότι από τις 15 Φεβρουαρίου 1933, οι μετοχές της Τράπεζας της Ανατολής διαπραγματεύονταν στο Χρηματιστήριο Αθηνών χωρίς τη μερισματαπόδειξη 55 και με τη σφραγίδα για την καταβολή των 200 δραχμών. Επίσης, η σχετική ανακοίνωση αναφέρει ότι μετά το τέλος της εκκαθάρισης η Εθνική Τράπεζα θα καταβάλει το υπόλοιπο ποσό από την ειδική εκκαθάριση που αναλογεί σε κάθε μετοχή.
Το ίδιο ίσχυσε και στο Χρηματιστήριο του Καΐρου στο οποίο η μετοχή της Τράπεζας της Ανατολής διαπραγματευόταν επίσημα το 1933, αλλά και ανεπίσημα στη συνέχεια, κάτι που γνώριζε τόσο το Υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας στο Κάιρο (πρώην υποκατάστημα της Τράπεζας Ανατολής), αλλά και η Κεντρική Διοίκηση της ΕΤΕ στην Αθήνα. Στα δημοσιεύματα της εποχής φαίνεται η τιμή της μετοχής της Τράπεζας της Ανατολής στο Χρηματιστήριο του Καΐρου την Άνοιξη του 1933 και ενώ είχε ξεκινήσει η ειδική εκκαθάριση και οι μετοχές θα έπρεπε να είχαν αποσυρθεί ήδη από την 31η Δεκεμβρίου 1932.
Παράλληλα, υπάρχουν επίσημα έγγραφα στα οποία βλέπουμε την επικοινωνία του Υποκαταστήματος Καΐρου της Εθνικής Τράπεζας με τη διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας στην Αθήνα στις 6 Ιουνίου 1934. Σε αυτή την επιστολή αναφέρει το υποκατάστημα ότι διαθέτει 2050 μετοχές της Τράπεζας Ανατολής που έχουν έρθει στην κατοχή του μετά από συμφωνία με οφειλέτη. Το υποκατάστημα λέει ότι το 1934 υπολόγιζε την αξία κάθε μετοχής στο 1 ΓΔ, ωστόσο στο Χρηματιστήριο του Καΐρου η μετοχή ανέβηκε από τα 5 ΓΔ στα 10 ΓΔ, λόγω φήμης που κυκλοφόρησε ότι οι μέτοχοι της Τράπεζας Ανατολής στην Αίγυπτο θα ζητούσαν με αγωγή το διορισμό εκκαθαριστών από την περιοχή τους, λόγω μειωμένης εμπιστοσύνης προς την Εθνική Τράπεζα. Το Υποκατάστημα Καΐρου ζητάει την άδεια της κεντρικής διοίκησης της Εθνικής Τράπεζας να πουλήσει τις μετοχές αυτές στο Χρηματιστήριο του Καΐρου. Το Δικαστικό Τμήμα της Εθνικής Τράπεζας στις 23 Ιουλίου 1934 ενημερώνει τους ενδιαφερόμενους ότι δεν είναι σωστό να επωφεληθεί η Τράπεζα από κερδοσκοπικές κινήσεις γιατί η άνοδος της μετοχής στο Χρηματιστήριο είναι τεχνητή. Το Δικαστικό Τμήμα της Εθνικής Τράπεζας δεν αιφνιδιάζεται που οι μετοχές διακινούνται στο Χρηματιστήριο του Καΐρου το 1934, σε αντίθεση με την Εθνική Τράπεζα σήμερα. Ήταν κάτι γνωστό για εκείνη την εποχή, όπως είναι και σήμερα γνωστό ότι η Εθνική Τράπεζα συνέχισε να πουλάει τις μετοχές της Τράπεζας Ανατολής στα Χρηματιστήρια, μετά την υποτιθέμενη ακύρωση τους. Το Τμήμα Τραπεζών & Διαθεσίμων Εξωτερικού της Εθνικής Τράπεζας ευρισκόμενο σε συνεννόηση με τον Εκπρόσωπο της Εθνικής Τράπεζας, τον Υποδιοικητή και τους ειδικούς εκκαθαριστές ενημέρωσε αυθημερόν το Υποκατάστημα Καΐρου να πουλήσει στο Χρηματιστήριο το 1934 τις 2050 μετοχές που μέχρι σήμερα η Εθνική Τράπεζα επιμένει ότι ακυρώθηκαν στο τέλος Δεκεμβρίου 1932. Δυστυχώς, κάποιος λέει ψέματα και τα έγγραφα που αποδεικνύουν την αλήθεια είναι σε γνώση της Εθνικής Τράπεζας εδώ και δεκαετίες.
Εκτός των παραπάνω η μετοχή της Τράπεζας της Ανατολής συνέχισε να διακινείται και στο Χρηματιστήριο του Παρισιού και διαπραγματευόταν στο ταμπλό μέχρι τις 2 Νοεμβρίου 1933, όπως φανερώνει σχετική έρευνα του Καθηγητή Οικονομικών του European Business School κ. Angelo Riva, εντεταλμένου από το Χρηματιστήριο του Παρισιού για τη ψηφιοποίηση των αρχείων του, με τον οποίον ήρθαμε σε επαφή.
Είναι φυσικά αδύνατον η μετοχή να διακινείται επίσημα στο Ελληνικό Χρηματιστήριο και σε αυτά του Παρισιού και του Καΐρου, χωρίς η Εθνική Τράπεζα αλλά και η Τράπεζα της Ελλάδος να το γνωρίζουν. Η τιμή της μετοχής της Τράπεζας Ανατολής αναφέρεται απλά κάτω από αυτή της Εθνικής Τράπεζας, τόσο στο ταμπλό του Χρηματιστηρίου, όσο και στις δημοσιευμένες καταστάσεις με τις τιμές του Χρηματιστηρίου.
Μάλιστα, το ίδιο το Ιστορικό Αρχείο της Εθνικής Τράπεζας διαθέτει μετοχές της Τράπεζας Ανατολής που έχουν σφραγιστεί από το Γαλλικό Χρηματιστήριο του Παρισιού δεκαετίες μετά την υποτιθέμενη λήξη της ειδικής εκκαθάρισης και την υποτιθέμενη ακύρωση των μετοχών. Κατά συνέπεια, το Γαλλικό Χρηματιστήριο σφράγιζε τις πωλήσεις των μετοχών της Τράπεζας Ανατολής ως συνήθως πριν, στη διάρκεια αλλά και μετά το υποτιθέμενο τέλος της ειδικής εκκαθάρισης.
Η Εθνική Τράπεζα φυσικά και δεν ενημέρωσε ποτέ το Γαλλικό Χρηματιστήριο ότι οι μετοχές της Τράπεζας Ανατολής ήταν (κατά την άποψή της) άκυρες και δεν θα έπρεπε να τις σφραγίζει και να τις πιστοποιεί με τις ειδικές σφραγίδες του. Οι συγκεκριμένες σφραγίδες τοποθετούνταν μόνο στις μετοχές εταιρειών που είχαν υποβάλει αίτηση και διακινούνταν επίσημα στο γαλλικό Χρηματιστήριο. Η αίτηση της εταιρείας έπρεπε να υποβληθεί στη γραμματεία του Χρηματιστηρίου Αξιών του Παρισιού (Syndic des Agents de Change de Paris) και κατά την εισαγωγή της εταιρείας απαιτούσε μια σειρά από έγγραφα, το καταστατικό της τράπεζας, έγκριση από το Υπουργείο Οικονομικών της Γαλλίας αλλά και ενημέρωση για την πορεία της εταιρείας. Είναι ξεκάθαρο ότι πάνω στους τίτλους μετοχών της Τράπεζας της Ανατολής τοποθετήθηκαν σφραγίδες που δείχνουν πως ο τίτλος που μεταβιβάστηκε κυκλοφορεί στο εξωτερικό (“Valeurs Etrangeres”).
Η μη αποπληρωμή των 200 δραχμών, για τις οποίες θεωρεί η Εθνική Τράπεζα ότι έχουν εκμηδενιστεί από το νόμο Σβώλου, λόγω της εντυπωσιακής απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών με αριθμό 2547/2004 και της εξίσου εντυπωσιακής ανυπαρξίας του ενάγοντα, φυσικά και δεν είναι στο απυρόβλητο. Φυσικά, το ελληνικό δημόσιο θα έπρεπε να είχε λάβει τις προκαταβολές τις οποίες δεν απέδωσε η Εθνική Τράπεζα στους μετόχους, γιατί αυτοί δεν προσκόμισαν τις μετοχές τους στο προβλεπόμενο από τον νόμο χρονικό διάστημα. Οι προκαταβολές δυστυχώς δεν ανήκαν στην Εθνική Τράπεζα για να τις κρατήσει, όπως ορίζει και η κείμενη νομοθεσία. Ο νόμος Σβώλου στο άρθρο 6 διαφοροποιεί τις οφειλές προς το Δημόσιο, αλλά το σίγουρο είναι πως το εθνικό συμφέρον επιτάσσει να ερευνήσουμε, αν το ελληνικό δημόσιο θα μπορούσε να κερδίσει ένα σημαντικό ποσό στη μάχη που δίνει για την ανοικοδόμηση της Ελληνικής οικονομίας.
Η πρόσφατη (4-7-2012) δικαστική απόφαση του Πρωτοδικείου Αθηνών – Τμήμα Ασφαλιστικών Μέτρων με αριθμό 6341/2012 αναγνωρίζει το έννομο συμφέρον των κομιστών μετοχών της Τράπεζας της Ανατολής ΑΕ. Η απόφαση υποχρεώνει την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ να επιδείξει και να χορηγήσει στους αιτούντες όλα τα απαραίτητα έγγραφα που να αποδεικνύουν τη σύννομη λήξη της συγκεκριμένης ειδικής εκκαθάρισης.
Παρά τις επανειλημμένες και πολλαπλές εκκλήσεις ημών προς την Εθνική Τράπεζα για την επίδειξη του Ισολογισμού της Εκκαθάρισης της Τράπεζας της Ανατολής ΑΕ, ενόψει των πολυάριθμων δικαστικών υποθέσεων που εκκρεμούν εις βάρος της, δεν έχει καταφέρει να μας κοινοποιήσει τον Ισολογισμό αυτό και προσπαθεί με παρελκυστικές τακτικές να μας πείσει ότι μια άσχετη λογιστική κατάσταση, η οποία δεν έχει τα χαρακτηριστικά που ορίζει ο νόμος, είναι ο τελικός ισολογισμός της εκκαθάρισης.
Όλα τα υπάρχοντα στοιχεία αποδεικνύουν ότι, ως κάτοχοι των συγκεκριμένων μετοχών της Τράπεζας της Ανατολής διατηρούμε ενεργή την έννομη σχέση μας ως μέτοχοι προς την απορροφούσα Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ διά μέσου της απορροφούμενης Τράπεζας της Ανατολής. Όθεν, μη περαιωθείσης εισέτι, κατά νόμο και κατά τους όρους της συμβάσεως, της εκκαθάρισης της απορροφούμενης Τράπεζας της Ανατολής από την απορροφούσα αυτήν Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ, ΔΙΑΤΗΡΕΙΤΑΙ σε ισχύ η έννομος σχέση ως κατόχων μετοχών της υπό απορρόφηση Τράπεζας της Ανατολής και εφ’ όσον η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ δεν ολοκλήρωσε την απορρόφηση και ανέλαβε τις εργασίες της απορροφούμενης, ασκούσε διοίκηση αλλοτρίων υπέρ της εισέτι μη απορροφούμενης Τράπεζας της Ανατολής, διατηρουμένων ούτω εν ισχύ και των μετοχών της Τράπεζας της Ανατολής με την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ να είναι διοικήτρια αλλοτρίων της Τράπεζας της Ανατολής.
Η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ φερόμενη ως απορροφούσα της φερόμενης ως απορροφούμενης Τράπεζας της Ανατολής όφειλε να μας αποδώσει ό, τι καρπώθηκε σύμφωνα και με τις διατάξεις του άρθρου 734 του Αστικού Κώδικα που επιτάσσουν ότι: «Ο διοικητής αλλοτρίων έχει απέναντι στον κύριο υποχρέωση να λογοδοτήσει, να αποδώσει όσα απέκτησε από τη διοίκηση και να καταβάλει τόκους κατά τις διατάξεις για την εντολή, που εφαρμόζονται αναλόγως.»
Η Τράπεζα της Ελλάδος, στο πλαίσιο των εποπτικών της αρμοδιοτήτων, ελέγχει τη συμμόρφωση των εποπτευόμενων ιδρυμάτων με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο και αξιολογεί την επάρκεια και αποτελεσματικότητα των διαδικασιών αντιμετώπισης του ξεπλύματος χρήματος και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που εφαρμόζουν. Για το λόγο αυτό και χωρίς επιτυχία έχουμε προσπαθήσει πολλαπλώς να κινήσουμε το κατά το νόμο προβλεπόμενο ενδιαφέρον της Τραπέζης της Ελλάδος.
Η Τράπεζα της Ελλάδος επιμένει μέχρι σήμερα ότι δεν έχει “πρωτογενή γνώση” επί του θέματος και ότι δεν έχει λάβει το παραμικρό που να αφορά την εκκαθάριση της Τράπεζας Ανατολής. Ωστόσο, σε επίσημα έγγραφα που έχουμε στην κατοχή μας, η Εθνική Τράπεζα παραδέχεται την ενημέρωση του Υπουργείου Οικονομικών και της Τραπέζης της Ελλάδος, για σημαντικές πτυχές της ειδικής εκκαθάρισης, όπως είναι η πληρωμή της προκαταβολής των 200 δραχμών σε συνάλλαγμα και όχι σε δραχμές σε ορισμένους κατοίκους του εξωτερικού, κάτι που η Εθνική Τράπεζα αρνείται σήμερα παρά τις ισχυρές έγγραφες αποδείξεις που βρέθηκαν.
Επιπρόσθετα, στη βιβλιοθήκη της ίδιας της Τραπέζης της Ελλάδος, στην οποία, παρά το μέγεθος και την πληρότητα της, δεν υπάρχει ούτε λέξη για την Τράπεζα Ανατολής, ανευρέθη κατόπιν ερεύνης μας ο Επίσημος Απολογισμός της Εθνικής Τράπεζας για τη χρήση 1936, μαζί με τους Ισολογισμούς της για το ίδιο έτος. Ενώ λοιπόν η Εθνική Τράπεζα επιμένει ότι η εκκαθάριση της Τράπεζας της Ανατολής ολοκληρώθηκε στο τέλος του 1936, τόσο στον Απολογισμό του έτους όσο και στους επίσημους Ισολογισμούς της Εθνικής Τράπεζας δεν αναφέρεται το παραμικρό. Υπάρχει αναφορά για την εξαγορά μέρους του χαρτοφυλακίου της Τράπεζας Ανατολής, όπως και μνεία για κάθε έξοδο, έσοδο και στοιχείο που αφορά τη χρήση του 1936. Αυτό που φυσικά δεν υπάρχει είναι η λήξη της ειδικής εκκαθάρισης της Τράπεζας της Ανατολής, στοιχείο που είναι στη διάθεση της Τράπεζας της Ελλάδας από το 1936 έως και σήμερα.
Παρ όλες τις έγγραφες και δια ζώσης οχλήσεις μας και την επίμονη άρνηση σας να μας παρέχετε κάποια στοιχεία και να συνδράμετε στο έργο μας, το οποίο δεν είναι μόνο ατομικό αλλά γενικού – κρατικού οικονομικού ενδιαφέροντος, εμείς σας παραθέσαμε μερικά από τα στοιχεία μας, τα οποία οφείλατε να μας παρέχετε εσείς κατά το νόμο, και τα οποία ενοχοποιούν τόσο εσάς όσο και την Εθνική Τράπεζα, για τις πράξεις και τις παραλείψεις σας, κατ’ εφαρμογήν των κείμενων διατάξεων, αστικών και ποινικών. Τα στοιχεία αυτά, τα οποία οφείλατε να κατέχετε, προέκυψαν από έναν ενδελεχή έλεγχο και μέρος από αυτά σας τα απαριθμήσαμε για τον προβληματισμό σας.
Η υποτιθέμενη κατά την Εθνική Τράπεζα εκκαθάριση δεν οριστικοποιήθηκε κατά νόμο και κατά τους όρους της σύμβασης, και τούτο προκύπτει από τον οικονομικό απολογισμό της Εθνικής Τραπέζης της χρήσης 1936, κατά τον οποίο δεν υπάρχει μνεία ολοκλήρωσης της εκκαθάρισης και τον οποίον εσείς οι ίδιοι – που αρνείστε κάθε γνώση – μας χορηγήσατε σφραγίζοντας τον με την στρογγυλή σφραγίδα της Τραπέζης της Ελλάδος. Είναι μάλλον απίθανο να μην γνωρίζετε να διαβάσετε έναν ισολογισμό, στον οποίον καταχωρούνται το ενεργητικό, τα παθητικά στοιχεία, αλλά και οι μεταβατικοί λογαριασμοί (λογαριασμοί τάξεως), οι οποίοι τηρούνται όταν δεν οριστικοποιούνται ορισμένα στοιχεία λογαριασμών, όπως στην περίπτωση της Τράπεζας της Ανατολής.
Σας κοινοποιούμε τώρα τα συγκεκριμένα στοιχεία για να λάβετε γνώση και εσείς ορισμένα έγγραφα του αρχείου σας που μας ενδιέφεραν, που αρνηθήκατε να μας χορηγήσετε και που πιστοποιούν ότι δεν τελείωσε η εκκαθάριση το έτος 1936. Επομένως, η εκκαθάριση της Τραπέζης της Ανατολής κατά νόμο υφίσταται μέχρι σήμερα και η Τράπεζα της Ανατολής βρίσκεται εν λειτουργία ενσωματωμένη στην Εθνική Τράπεζα.
Η Εθνική Τράπεζα έχει παρανόμως ιδιοποιηθεί τα περιουσιακά στοιχεία της Τράπεζας της Ανατολής – ακίνητα και κινητά. Δυστυχώς, φαίνεται ότι με τις ενέργειες σας και τις παραλείψεις σας συγκαλύπτετε την Εθνική Τράπεζα, προσβάλλοντας το έννομο συμφέρον μας και το δημόσιο αντιστοίχως. Απορίας άξιον είναι το γεγονός ότι υπάρχουν κομιστές μετοχών που έχουν αποζημιωθεί εκ της εκκαθάρισης από το 1946 έως σήμερα και η Εθνική Τράπεζα ουδέποτε διέψευσε τους ισχυρισμούς τους, ισχυρισμοί που τελούν εις γνώσιν σας.
Στις 6 Δεκεμβρίου 1941, δια το υπ. Αριθμόν πρωτοκόλλου 342017/6-12-1941 έγγραφο της, η Εθνική Τράπεζα ιδιοποιήθηκε απαιτήσεις της Τράπεζας της Ανατολής και εισέπραξε από το Ελληνικό Δημόσιο δεκαπενταετές ομολογιακό δάνειο που η Τράπεζα της Ανατολής είχε χορηγήσει το 1915 και το οποίο το Ελληνικό Δημόσιο δεν ξεκίνησε να πληρώνει το 1930. Η πλήρης ικανοποίηση του ομολογιακού αυτού δανείου έγινε κατόπιν συμφωνίας με την οποία έπαψαν οι σχετικές αγωγές που είχαν ασκηθεί από την Τράπεζα Ανατολής, ενώ τα σχετικά ποσά του δανείου και των τοκομεριδίων κατεβλήθησαν και η Εθνική Τράπεζα ικανοποιήθηκε πλήρως, χωρίς αυτά να αναφέρονται σε κανέναν ισολογισμό, χωρίς να έχουν περάσει από την εκκαθάριση και δίχως να καταβληθούν οι απαραίτητοι φόροι και τέλη επί αυτών.
Ενώ λοιπόν ο κόσμος πέθαινε στους δρόμους από την πείνα, η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος εισέπραττε από το κατεχόμενο Ελληνικό Κράτος κεφάλαια που δολίως απέκρυπτε, με τα οποία θα μπορούσε να ετρέφετο ο πληθυσμός της Ελλάδος – εγκληματικώς φερόμενη κατά την άποψη μας. Τα παραπάνω πιστοποιούν τις εμπορικές πράξεις που έγιναν μεταξύ των συμβαλλομένων, τις οποίες εσείς παρανόμως ισχυρίζεστε ότι δεν γνωρίζετε, ενώ αρνείστε τη γνώση γεγονότων και πράξεων, τα οποία οφείλατε να γνωρίζετε, αφού τελούν υπό τον έλεγχο σας.
Είμαστε πλέον πεπεισμένοι ότι το υπέρογκο οικονομικό όφελος της Εθνικής Τράπεζας από την ειδική εκκαθάριση της Τράπεζας της Ανατολής σε βάρος των μετόχων και του Ελληνικού Δημοσίου αποτελεί ένα τεραστίων διαστάσεων σκάνδαλο, στο οποίο οφείλετε να ασκήσετε σήμερα τον εποπτικό σας ρόλο. Εμείς οι νομίμως κατέχοντες μετοχές της Τράπεζας της Ανατολής αναζητούμε σήμερα τον υπεύθυνο της από εμάς θεωρούμενης συμπαιγνίας κατά των συμφερόντων ημών και του κράτους.
Κατόπιν των ανωτέρω, σε συνδυασμό με τους υπάρχοντες εις χείρας μας ισολογισμούς της Εθνικής Τράπεζας για τη χρήση 1936, εξηγείται ο λόγος που διαπιστώνεται τεράστια αύξηση των εκκρεμών λογαριασμών στο Παθητικό της Εθνικής Τράπεζας κατά τη μετάβαση από τη χρήση 1935 στη χρήση 1936. Σύμφωνα με τα πρακτικά του Διοικητικού Συμβουλίου της Εθνικής Τραπέζης της 20ης Φεβρουαρίου 1937, φαίνεται η μεταφορά των λογαριασμών της εκκαθάρισης της Τράπεζας της Ανατολής προς την Εθνική Τράπεζα, γεγονός που προκύπτει από έγγραφα τα οποία τηρείτε αλλά αρνείστε ότι γνωρίζετε. Τα εν λόγω πρακτικά αποτελούν πλήρη απόδειξη των ισχυρισμών μας και των δικών σας παραλείψεων ως εποπτευούσης Τράπεζας -Αρχής, σύμφωνα με την πληθώρα των στοιχείων που περιήλθαν εις χείρας μας και τα οποία υποτίθεται ότι αγνοείτε.
Για τους λόγους που περιγράψαμε και σύμφωνα με τα στοιχεία που σας παραθέσαμε, παρακαλούμε, εντός του απολύτως αναγκαίου χρόνου και σε κάθε περίπτωση σε διάστημα όχι μεγαλύτερο των πέντε εργασίμων ημερών, να μας απαντήσετε εγγράφως, στα υποβαλλόμενα ερωτήματά μας και να μας χορηγήσετε επικυρωμένα αντίγραφα, των αιτουμένων εγγράφων και στοιχείων των οποίων εκ του θεσμικού σας ρόλου οφείλετε ως εποπτεύουσα αρχή να κατέχετε και δη:
- 1. Αν έχει υποβληθεί, ως οφείλετο, προς υμάς ο Ισολογισμός Εκκαθάρισης της Τράπεζας Ανατολής ΑΕ, υπό την μορφή που ορίζεται από την κείμενη νομοθεσία, αν έχει συνταχθεί από τους Εκκαθαριστές ή από οιονδήποτε τρίτο, ποιός είναι αυτός και υπό ποία αρμοδιότητα ενήργησε.
- 2. Αν δεν έχει συνταχθεί Ισολογισμός Εκκαθάρισης από το 1932 μέχρι σήμερα, επιθυμούμε να μας γνωρίσετε τις δικές σας ενέργειες από την ημέρα που λάβατε γνώση για την υπόθεση αυτή, μετά από καταγγελίες κομιστών μετοχών της Τράπεζας της Ανατολής.
- 3. Σε ποιό τεύχος του Δελτίου Ανωνύμων Εταιρειών δημοσιεύτηκε ο Ισολογισμός Εκκαθάρισης της Τράπεζας Ανατολής ΑΕ, όπως σαφώς ορίζεται υπό της νομοθεσίας της εποχής. Αν δεν δημοσιεύθηκε, επιθυμούμε να μας γνωρίσετε τις δικές σας ενέργειες από την ημέρα που λάβατε γνώση για την υπόθεση αυτή, μετά από καταγγελίες κομιστών μετοχών της Τράπεζας της Ανατολής.
- 4. Σε ποιά Ελληνική εφημερίδα δημοσιεύτηκε η Τελευταία Εξαμηνιαία Κατάσταση του Λογιστικού της Εκκαθάρισης της 28 Δεκεμβρίου 1936, η οποία συνοδεύεται από την «Τελική Κατάσταση της Εκκαθαρίσεως της Τράπεζας Ανατολής της 28ης Δεκεμβρίου 1936». Αν δεν δημοσιεύθηκε, επιθυμούμε να μας γνωρίσετε τις δικές σας ενέργειες από την ημέρα που λάβατε γνώση για την υπόθεση αυτή, μετά από καταγγελίες κομιστών μετοχών της Τράπεζας της Ανατολής.
- 5. Την Λογιστική Κατάσταση της Εκκαθάρισης της Τράπεζας Ανατολής ΑΕ, μαζί με την έκθεση πεπραγμένων, όπως οφείλετο να έχει κοινοποιηθεί και προς υμάς. Αν δεν δημοσιεύθηκε, επιθυμούμε να μας γνωρίσετε τις δικές σας ενέργειες από την ημέρα που λάβατε γνώση για την υπόθεση αυτή, μετά από καταγγελίες κομιστών μετοχών της Τράπεζας της Ανατολής.
Πιθανή άρνηση σας, δια της οποίας διακυβεύονται τα έννομα συμφέροντα μας και τα συμφέροντα του Δημοσίου, θα μας αναγκάσει να προβούμε σε καταγγελία στις προαναφερόμενες υπηρεσίες – αρχές του Ελληνικού κράτους και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις οποίες κοινοποιείται η συγκεκριμένη αίτηση – καταγγελία, για τον εντοπισμό των υπευθύνων και του δόλου αυτών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου